Μονόλογος στο τηλέφωνο


  Χτύπησε το τηλέφωνο κατά τις δέκα το βράδυ. Πετάχτηκα τρομαγμένος ξεκολλώντας τα μάτια μου απ' τις σελίδες του βιβλίου που κρατούσα: ήταν ο πρώτος ήχος ύστερα από μια πολύωρη σιωπή.
  Ήταν ένας άντρας που γνώριζα ελάχιστα που με καλούσε να παρευρεθώ σε μια εκδήλωση την Τρίτη το απόγευμα.
  “Δεν μπορώ”, του απάντησα “αυτή την περίοδο βρίσκομαι σε διαπραγματεύσεις και συζητήσεις πάσης φύσεως με τον εαυτό μου. Οι όροι του περί υπογραφής ενός συμβολαίου που όπως λέει θα μας ικανοποιήσει αμφότερους είναι σκληροί και βασανιστικοί. Η δουλειά μου συνεπώς είναι δύσκολη καθώς τα πήγαινε έλα στα απύθμενα και φωτεινά -σχεδόν εκτυφλωτικά- βάθη της φυσικής μου υπόστασης είναι καθημερινά και κουραστικά. Τα πέλματα και οι γάμπες του μυαλού και των άναρχων σκέψεών μου έχουν πρηστεί και συχνά αιμορραγούν -πράγμα που συμβαίνει συνήθως τις πολύ πρωινές ώρες με αποτέλεσμα οι γιατροί να μου έχουν συνταγογραφήσει χάπια για έναν ήρεμο και γλυκό ύπνο αλλά εγώ ποτέ δεν έκανα το λάθος να τα πάρω. Η φλυαρία και των δυο μας κρατάει πολλές βασανιστικές ώρες στα σκοτεινά και υγρά δωμάτια της Αλήθειας μιας ενδιαφέρουσας καφετέριας με γλυκόπικρο καφέ σε έναν απομονωμένο κόσμο κάπου ανάμεσα στα φιλήματα του ανέμου. Δεν δέχεται αντιρρήσεις σε αυτά που λέει. Κι αυτό δεν το κάνει με οιμωγές και μήνις, παρά μονάχα σιωπώντας και χαμογελώντας γαλήνια. Νομίζω πως δε θα διασταυρωθούμε πουθενά με αυτόν τον παλιάνθρωπο. Δε θα καταλήξουμε πουθενά στο τέλος και θα πεθάνουμε. Είναι αδύνατον να τον νικήσω. Και ξέρεις τώρα εγώ δεν συμβιβάζομαι εύκολα. Αλλά σε αυτήν την περίπτωση ίσως πρέπει να το σκεφτώ καλύτερα και να συμμορφωθώ. Βλέπεις, το συμβόλαιο μέσα του παραδίδει όλα τα προσωπικά μου δικαιώματα. Όλα τα όνειρα, όλες τι σκέψεις, όλο μου το είναι. Και μετά τι; Τι κάνω εγώ; Πρέπει να το πάρω απόφαση πως μια ζωή θα λογαριαζόμαστε, θα οδηγούμαστε σε αδιέξοδο. Έτσι κι αλλιώς πάντα πρέπει να βρισκόμαστε σε μια μάχη για να μας κρατάει ζωντανούς κι άγρυπνους και παρατηρητικούς, έτσι δεν είναι; Αλλά είναι δύσκολο, είναι βασανιστικό! Τι να κάνω δε ξέρω...”
  Είχε κλείσει το τηλέφωνο εδώ και ώρα, αλλά εγώ συνέχιζα να μιλώ. Δεν κατέβασα το ακουστικό από τ' αυτί μου. Και, ξάφνου, η απάντηση που έψαχνα εφόρμησε σαν αστραπή στο μυαλό μου. Τα μάτια μου γούρλωσαν σαν να διέκρινα ένα πρόσωπο ζωγραφισμένο πίσω απ' τις ακατάστατες πινελιές ενός πίνακα. Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά και το στήθος μου καιγόταν σαν ηφαίστειο. Βρήκα τις λέξεις και τις άπλωσα, σαν υπηρέτης που προσφέρει το στέμμα στον καινούριο βασιλιά, στον μονότονο ήχο της κομμένης γραμμής του τηλεφώνου, τουτ τουτ τουτ...
  “Να τον αγαπήσω...”


Θανάσης Πάνου

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Οι ερωτευμένοι... - Βαγγέλης Ραπτόπουλος

Δημήτρης Καταλειφός - Πίσω από τζάμια θολά

Κώστας Ακρίβος - Ανδρωμάχη