Ένας ονειρεμένος θάνατος
Μια φορά κι ένα καιρό, ήταν ένας κατεστραμμένος άνθρωπος. Κάθε πρωί που ξύπναγε ονειρευόταν τον θάνατό του. Ήθελε να είναι απλός, αλλά γοητευτικός. Τι πιο σαγηνευτικό από την απλότητα των πραγμάτων;! Δεν ήθελε να αργήσει πολύ. Εκεί γύρω στα 27-28 θα φώναζε τον χάρο να τον πάρει. Από το μυαλό του περνούσαν διάφορες ιδέες. Να πέσει ξερός σ' ένα άδειο μπαρ μια πρωινή ώρα εξαντλημένος από το μεθύσι και τη ζωή. Να τον βρουν νεκρό σ' ένα κρύο πεζοδρόμιο από υπερβολική δόση ναρκωτικών. Κι ύστερα οι άνθρωποι θα τον μάζευαν από το πεζοδρόμιο θα καθάριζαν τα απομεινάρια και θα συνέχιζαν τις ζωές τους. Θα τον θυμούνται όμως για πάντα. Αυτό ήθελε. Όμως αυτό δεν είναι εύκολο. Γι'αυτό και κάθε βράδυ κλεινόταν στο σπίτι του και έγραφε ποιήματα. Καμιά δεκαριά ποιήματα κάθε βράδυ που θα του διασφάλιζαν την υστεροφημία. Τα χαρτιά και τα βιβλία, στο σπίτι του, ήταν άφθονα. Μία μικρή γκαρσονιέρα 10 λεπτά από το κέντρο της πόλης. Τα φώτα ήταν πάντοτε ανοιχτά. Τα απογεύματα έβγαι