Σιωπηλοί Δικαστές
Εκεί που πάτησα όλοι με βρήκαν νεκρό κι ίσως να είχανε δίκιο δεν τους κατηγορώ είναι δύσκολο να αγαπήσεις και ακόμα πιο δύσκολο να ζήσεις σκυφτός αλλά έπρεπε κάπως να περάσω το χρόνο μου έπρεπε κάπως να βρω τις λέξεις έστω κι αν ξέρω ότι δεν θα τις βρω ποτέ έπρεπε κάτι να πω στους σιωπηλούς δικαστές κάπως να τους ηρεμήσω να αλλάξω την καταδίκη μου γιατί ο θάνατος είναι κάτι μονότονο και έξω απ' τη ζωή έπρεπε κι εγώ με τη σειρά μου κάπως να τους σκοτώσω ή να τους αιχμαλωτίσω ώσπου να πάρω μιαν απόφαση αλλά οι αποφάσεις είναι για εκείνους που ξέρουν να ζουν κι εμένα δεν μου το έμαθε κανένας γιατί δεν έκατσα να ακούσω κανέναν μόνο τους κήπους άκουγα τους κήπους και τα όνειρα κι έτσι κατέληξα μόνος να ζωγραφίζω κύκλους στον αέρα με φωτιές σβησμένες και πινέλα ξεραμένα ούτε σταγόνα νερό στο προσκεφάλι μου κανένα σημάδι ανατολής στον ουρανό με δείκτες παγωμένους συνέχισα να γελάω και να κλαίω σε απρόσμενες στιγμές